Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο Λουκάς και η Μάνια. Σε ένα παράξενο γύρισμα της τύχης, οι δυο τους συναντήθηκαν για πρώτη φορά, πού λες; Στο καλύτερο σημείο που θα μπορούσαν να βρεθούν ένας Λουκάς και μια Μάνια. Έξω από το LoukouMania! Έφτασαν την ίδια στιγμή και ο Λουκάς, σαν κλασικός gentleman, άνοιξε την πόρτα να περάσει πρώτη η όμορφη Μάνια. Εκείνη του χαμογέλασε και μπήκε. Κι εκείνος ακολούθησε. Λίγο μετά, κι ενώ περίμεναν τις παραγγελίες τους να ετοιμαστούν, λουκουμάδες με κρέμα Βαυαρίας ο Λουκάς, λουκουμάδες με φέτα, μέλι και σουσάμι η Μάνια, έριχναν κρυφές γλυκές ματιές, ο ένας στον άλλον. Ο έρωτας χτύπησε ξαφνικά, στην πρώτη μπουκιά, κι έκτοτε ο Λουκάς και η Μάνια έγιναν αχώριστοι, σαν τους λουκουμάδες με το μέλι στα LoukouMania! Και έζησαν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα!

Σου ακούγεται… παραμύθι; Είναι.

Βλέπεις, πρόκειται για την… πειραγμένη εκδοχή της αληθινής ιστορίας του ζεύγους της ιστορίας μας. Του Κωστή και της Φαίης. Που δεν γνωρίστηκαν στα LoukouΜania. Αλλά σε ένα μπαρ. Βρέθηκαν ένα βράδυ τυχαία στην ίδια παρέα. Αποδείχτηκε πως ήταν και στην ίδια σχολή. Και τα έλεγαν. Δεν τους προέκυψε ο έρωτας στην πρώτη ματιά. Ούτε καν πολλές γουλιές μετά. Κάθε άλλο, σε μια πρώτη ανάγνωση, ήταν τύποι διαφορετικοί. Εκείνος έπινε το ποτό του straight κι εκείνη το κοκτέιλ της …λατέρνα. Εκείνος άκουγε τζαζιές κι εκείνη έντεχνα. Εκείνος ήταν θεόρατος κι εκείνη τοσοδούλα. Ετερώνυμα. Που ακόμη δεν έλκονταν, παρά μόνο τα έλεγαν. Για όλα αυτά που μιλούν οι άνθρωποι. Και κάπως έτσι γεννήθηκε η σπίθα μιας σχέσης που προμήνυε περισσότερο casual φιλία παρά παθιασμένα φιλιά. Έγιναν φίλοι στο facebook και συνέχισαν να τα λένε πού και πού. Στο messenger, στο τηλέφωνο, ύστερα κι από κοντά. Είχαν κατά κάποιο τρόπο κολλήσει, σαν άνθρωποι, χωρίς να έχουν ποτέ σκεφτεί, ή καλύτερα παραδεχτεί στον εαυτό τους, ότι αυτό το κόλλημα θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάτι άλλο. Γιατί η αλήθεια είναι, ότι αυτό το κάτι άλλο, είχε ήδη αρχίσει να τους κάνει σινιάλο.

Μήνες μετά, ένα απόγευμα βρέθηκαν για να διαβάσουν μαζί. “Έχω μια λιγούρα σήμερα, μπορώ να φάω κι εσένα…῾ είπε ο Κωστής όταν συναντήθηκαν… Κοκκίνισε λίγο, σκεπτόμενος ότι αυτή η κουβέντα θα μπορούσε να παρεξηγηθεί κι ότι αυτό δεν θα ήταν απαραιτήτως… κακό. “Είσαι για λουκουμάδες; Ανακάλυψα ένα μέρος… σούπερ” της πρότεινε για να καλύψει τη γλυκιά αμηχανία.

Λίγο μετά έφτασαν στο LoukouMania και ο Κωστής σαν κλασικός gentleman άνοιξε την πόρτα να περάσει πρώτη η Φαίη. Εκείνη τού χαμογέλασε και μπήκε. Κι ενώ περίμεναν τις παραγγελίες τους να ετοιμαστούν, λουκουμάδες με κρέμα Βαυαρίας ο Κωστής, λουκουμάδες με φέτα, μέλι και σουσάμι η Φαίη, έριχναν κρυφές γλυκές ματιές, ο ένας στον άλλον. Αν και γνωρίζονταν ήδη μήνες, δεν είχαν ποτέ παραδεχτεί στον εαυτό τους ότι έτρεφαν ο ένας για τον άλλον αισθήματα. Τώρα όμως, θες τα μέλια που τους περιτριγύριζαν, θες η γλύκα που ανέδιναν οι νοστιμιές, έδεσε το γλυκό. Κι ο έρωτας χτύπησε τελικά τον Κωστή και τη Φαίη, που κατάφεραν να ξεστομίσουν πώς νιώθουν, μόνο αφού ένιωσαν τι σημαίνει απόλαυση, μέσω ενός επικού λουκουμά.

“Λέγε με Λουκά και θα σε λέω Μάνια!” συνήθιζαν να λένε έκτοτε, για να θυμούνται πάντα, πως αν και είχαν γνωριστεί πολύ παλιότερα, στην ουσία είχαν… αναγνωρίσει τι σήμαινε ο ένας για τον άλλον, εκείνο το απόγευμα, που πήγαν πρώτη φορά μαζί στα LoukouMania. Έκτοτε δεν ξεκολλούσαν! Ούτε ο ένας από τον άλλον, ούτε από τους λουκουμάδες. Μια φορά την εβδομάδα, έκαναν το πέρασμά τους. Το προσωπικό τούς είχε μάθει. “Καλώς τα, τα λουκουμαδάκια μας” έλεγαν. “Τι θα φάτε σήμερα;” Και έτρωγαν αυτοί καλά κι όλοι καλύτερα, σε ένα παραμύθι χωρίς τέλος. Αλλά πέρα για πέρα αληθινό.

Close Menu